4/5/08

Του Έρωτα (Ανακρεόντειο ποίημα)

Έρως ποτ’ εν ρόδοισι
κοιμωμένη μέλισσαν
ουκ ειδεν, αλλ’ ετρώθη.
Τον δάκτυλον παταχθείς
τας χειρός ωλόλυξε
δραμών δε και πετασθείς
προς την καλήν Κυθήρην
«Όλωλα, μήτερ,» είπεν
«όλωλα καποθνήσκω.
Όφις μ’έτυψε μικρός
πτερωτός, ον καλούσιν
μέλισσαν οι γεωργοί».
Α δ’είπεν: «Ει το κέντρον
πονείς το τας μελίττας,
πόσον δοκείς πονούσιν,
Έρως, όσους συ βάλλεις;»


Ελεύθερη μετάφραση:

Κάποτε ο Έρωτας
δεν είδε
μια μέλισσα
στα ρόδα κοιμισμένη
και τον τσίμπησε.
Κι επειδή
το δάκτυλο τον πόνεσε
ξέσπασε σε κλάματα.
Τρέχοντας και πετώντας
στην όμορφη Κυθέρεια:
«Χάθηκα, μάνα!» είπε
«χάθηκα και πεθαίνω!
Φίδι μικρό και φτερωτό
με τσίμπησε,
αυτό που οι γεωργοί
μέλισσα ονομάζουν.»
Κι εκείνη του απάντησε:
«Αν το κεντρί της μέλισσας
σε κάνει κι υποφέρεις,
πόσο θαρρείς ότι υποφέρουν
Έρωτα
εκείνοι που χτυπάς εσύ;»

Καλημέρα με ποίημα για τον Έρωτα. Άνοιξη και Καλοκαίρι. Του ανήκουν... Καλή συνέχεια.

2 σχόλια:

Billy είπε...

Ο ποοιητής στο Μεγάλο Ερωτικό του Μάνου Χατζηδάκη λέει: "Έρωτα εσύ με περισσή όταν λαβώνεις δύναμη.." και ο ποιητής στο Ανακρεόντειο ποιήμα λίγο πολύ μας λέει: "Έρωτα, δεν μπαίνεις και στη θέση μας λιγάκι;" Ωραία πιό δίκοαιο μου φαίνεται έτσι! Κατά τα άλλα αφού το καλοκαίρι σίμωσε στην Κρήτη ε... που θα πάει; θα ζυγώσει κι' εδώ! καλό βράδυ.

jorge είπε...

Μου άρεσε πολύ Στέλλα. Ευχαριστώ πολύ που το ανέσυρες!